Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Νίκος Εγγονόπουλος: "Ποίηση 1948"

" (...)Είναι γεγονός ότι η μεγάλη μεταβατική περίοδος, που διήνυε η ανθρωπότητα σταθερά από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, είχε ήδη αρχίσει να πραγματοποιείται σταδιακά πριν το πόλεμο, στοιχείο που διαφαίνεται καθαρά στην ποίηση του Νίκου Εγγονόπουλου, από τις πρώτες ποιητικές του συλλογές, όπου το ανατρεπτικό πνεύμα και το απαράμιλλο ύφος διακατέχει το έργο του μέσα στην εποχή της μεταξικής δικτατορίας. Το ποίημα "Μπολιβάρ", γράφεται υπό διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες και αντιπροσωπεύει ως σήμερα την πεμπτουσία της ποιητικής του γραφής. Ο Εγγονόπουλος διαπλάθει εκεί έναν νέο ύμνο για την ελευθερία όπου με επικολυρικό κυρίως ύφος υμνεί το πνεύμα της συνειδησιακής ελευθερίας και της αντίστασης, ενώ θέτει ερωτήματα για την καθολικότερη μοίρα της ανθρωπότητας.

Μετά το "Μπολιβάρ" [1942] ο ποιητής συνέχισε το έργο του με το ίδιο πνεύμα ανατρεπτικότητας, η οποία διαποτιζόταν, ωστόσο, από το όραμα ενός ευαίσθητου στοχασμού που εκφράστηκε στη γλώσσα του υπερρεαλισμού. Η γλώσσα του υπερρεαλισμού είναι από τη φύση της ανατρεπτική και επαναστατική, δηλώνει την αέναη επανάσταση και ενεργεί ώστε να επιφέρει μια "κρίση συνείδησης". Έτσι την εποχή αυτή η υπερρεαλιστική γραφή του Εγγονόπουλου δίνει έκφραση στον αγώνα εναντίον της επιβολής κάθε καταπίεσης και επιστρέφει, μετά τον "Μπολιβάρ", στο πρώιμο υπερρεαλιστικό του ύφος με σκοπό να δηλώσει με τρόπο κωδικοποιημένο για τα πολιτικά τεκταινόμενα της εποχής. Η γραφή αυτή θεωρήθηκε απαραίτητη τη μεταπολεμική και μετεμφυλιακή εποχή, όχι μόνο για να σκιαγραφήσει το περιβάλλον, τις ιστορικές συνθήκες και την κοινωνική, τραγική πραγματικότητα, αλλά για να δηλώσει το χάος και τον κατακερματισμό των συνειδήσεων, όπως αυτές διαμορφώθηκαν τη συγκεκριμένη αυτή εποχή.
(…)
Ο Εγγονόπουλους, είναι γνωστό πλέον, υπήρξε αντισυμβατικός τόσο στη ζωή, όσο και στην τέχνη εφόσον τον χαρακτήριζε μια έντονη αντίθεση προς τους αποδεκτούς και συμβατικούς κανόνες, η οποία εκδηλώθηκε και εκφράστηκε πειστικά σε όλη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας, τόσο ως ποιητή όσο και ως ζωγράφου. Βέβαια δεν συμμετείχε ενεργά στη διεξαγωγή του ένοπλου αντιστασιακού αγώνα, αλλά η στάση του απέναντι στις πολιτικοκοινωνικές καταστάσεις μπορεί να θεωρηθεί, μέσω της τέχνης, ως μαρτυρία μιας παθητικής αντίστασης στην οποία αναγνωρίζεται ο έμμεσος αντίκτυπος της ιστορικής στιγμής. Ο Νίκος Εγγονόπουλος, εξάλλου, σύμφωνα με μαρτυρία της Λένας Εγγονοπούλου, ήταν ο πρώτος που υιοθέτησε και καθιέρωσε στη λογοτεχνία τη λέξη "εμφύλιος" για τον ένοπλο αγώνα μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων ομάδων, την ίδια στιγμή που όλοι γύρω του μιλούσαν για "ανταρτοπόλεμο" και "συμμοριτοπόλεμο", στοιχείο, βέβαια, που σηματοδοτεί και την πολιτική του θέση.
(…)
Το αποκορύφωμα της ευαισθησίας, της αποδοκιμασίας, και της αυτοσυνειδησίας, στοιχεία που δηλώνουν ακόμα μια φορά τη πολιτική ηθική του Νίκου Εγγονόπουλου, αποτελεί το ποίημα "Ποίηση 1948", όπου σημειώνει την αδυναμία του να εκφράσει με λόγια την τραγωδία που ξετυλίγεται γύρω του και έτσι παραβολικά εξομοιώνει τη διαδικασία της ποιητικής γραφής με τη διαδικασία γραφής αγγελτηρίων θανάτου.



Τούτη εποχή
του εμφύλιου σπαραγμού
δεν είναι εποχή
για ποίηση
και άλλα παρόμοια:
σαν πάει κάτι
να
γραφή
είναι
ως να
γραφόταν
από την άλλη μεριά
αγγελτηρίων
θανάτου

γι' αυτό και
τα ποιήματά μου
είν' τόσο πικραμένα
(και πότε — άλλοτε — δεν ήταν)
κι είναι
— προ πάντων —
και
τόσο
λίγα.

Η μείωση της ποιητικής παραγωγής σε ώρες κρίσιμες και τραγικές για τον ελληνισμό, υπήρξε αντίληψη ζωής για τον Νίκο Εγγονόπουλο". 


Γράφει ο ίδιος ο Εγγονόπουλος:
" Αν η ζωή μου είναι αφιερωμένη στη ζωγραφική και στην ποίηση, είναι γιατί η ζωγραφική και η ποίησις με παρηγορούν και με διασκεδάζουν. Έτσι και τότε, παρ’ όλη την απογοήτευσή μου, εξακολουθούσα ανελλιπώς να ζωγραφίζω, «να γράφω» ποιήματα … Ο πρώτος ποιητής που μ' επηρέασε ήταν ο Σολωμός, που παιδιόθεν μου τον γνώρισαν, για άλλους βέβαια λόγους. Εγώ όμως τον είδα πολύ λίγο ως εθνικό ποιητή. Μ' επηρέασε πολύ κι ο Μπωντλαίρ, ένας αγνός ποιητής, μ' αυτή την τάση προς την αγάπη, προς το όνειρο. Στο μάθημα της γερμανικής ανακάλυψα ένα πολύ μεγάλο ποιητή, τον Χαίλντερλιν, νεώτερο αδελφό του Διονυσίου Σολωμού, μ' αυτά τα γερμανικά νεφελώματα μέσα του, αν και δε μ' αρέσουν οι Γερμανοί και αποφεύγω να τους διαβάζω. Επίσης, δίπλα σ' αυτούς τους μεγάλους δασκάλους, θα προσθέσω και τον Τουρκαλβανό Χατζή-Σεχρέτ. Όταν διάβασα την Αληπασιάδα του, είπα πως αυτό είναι το ars poetica το ελληνικό. Λέει ο Χατζή - Σεχρέτ: "Με πιάνει η ζούρλα κι ο ζεβντάς μία γραφή ν' αρχίσω. Αποπέμπει την ψυχρή λογική,  στηρίζεται στην έλλειψη λογικής και επικαλείται τον έρωτα, τη φαντασία. Τι είναι λογική; Σήμερα υπάρχουμε αύριο δε θα υπάρχουμε. Η μόνη λογική είναι ότι κάποτε δε θα υπάρχουμε. "Και μου μαυρίζει ο ντουνιάς κι αράδα παλαβώνω" λέει ο Χατζή-Σεχρέτ. Όλα τα άλλα είναι παραλογισμός. Κατηγορούν τον υπερρεαλισμό ότι δεν έχει σχέση με τη ζωή, ότι είναι ασυνάρτητος. Μα η ζωή είναι συναρτημένη; Ασυνάρτητη δεν είναι κι αυτή;
Βέβαια δε σταμάτησα σ' αυτούς τους μεγάλους ( Σολωμός, Χαίλντερλιν, Μπωντλαίρ, Χατζή - Σεχρέτ), αλλά κι ο Μαλλαρμέ με γοήτευσε ένα καιρό. "Οι Γάλλοι ξέρουν να προσδίνουν στα στιγμιαία μια αιωνιότητα", έλεγε ο Γκαίτε. Αλλά πρέπει να πω ότι πέρα απ' αυτούς τους δασκάλους με δίδαξαν πολλά ο Απολλιναίρ, ο Λωτρεαμόν, ο Καρυωτάκης, ο Καβάφης, ο Εμπειρίκος. Όλοι αυτοί μού ομόρφηναν το νυχτερινό μου ουρανό, μού έκαναν τη νύχτα μέρα"
( "Συνομιλία")


                                                        (Ελισάβετ Κεφαλληνού)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου